top of page

ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

του Κωνσταντίνου Αγγέλου 

Το κείμενο γραφτηκε τον Ιούνιο του 2006 με αφορμή την ίδρυση του ανεξάρτητου Δικτύου Καλλιτεχνών

 

Θα είμαστε για λίγο καιρό ακόμη αντιμέτωποι σε ένα δίκτυο καλλιτεχνικής διανομής που αποτελείται από ένα περιβάλλον γκαλεριστών εμπορευματικά προσανατολισμένης λειτουργίας  (συνήθως μέτριας καλλιτεχνικής εκπαίδευσης) και θεωρητικών- επιμελητών – ενδιάμεσοι στο κύκλωμα της διανομής- που με την λειτουργία τους υποβιβάζουν το έργο ως πνευματικό περιεχόμενο εντάσσοντας το, στις καλύτερες περιπτώσεις, στους σκοπούς και τις επιδιώξεις των αγοραστών τους. Σήμερα διεθνώς μέσα στα πλαίσια του παραδοσιακού συστήματος τέχνης, οι θεωρητικοί υιοθετούν ένα παιχνίδι μη αξιολογικού ουδέτερου σχολιασμού  που τελικά εντάσσεται, μέσα από το θεωρητικό ιδεολόγημα του μεταμοντερνισμού, στην σκοπιμότητα των κυκλωμάτων της αγοράς ευνοώντας ένα γενικότερο κλίμα σχετικισμού που αρνείται τις αξίες προς χάριν αυτών που τις διαχειρίζονται. Η «Υψηλη» τέχνη για την οποία μιλάμε αποτελεί στην ουσία ένα πνευματικό παιχνίδι, ένα capricci   που απολαμβάνεται  από τους λίγους αφήνοντας στις μάζες τα σκουπίδια των ΜΜΕ υποβιβάζοντας το αισθητικό και κριτικό αίσθημα των πολλών. Σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς υπερ-ισχύει αυτός που υπάρχει και προβάλλεται. Όταν λοιπόν ξεμπερδέψεις με τις ιδέες μπορείς να διαχειριστείς το έργα τέχνης σαν προϊόντα (και το αντίθετο) ώστε να τα εντάξεις στους ίδιους νόμους του μάρκετινγκ όπως όλα τα άλλα είδη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η θεωρεία - το πνευματικό περιεχόμενο στον ελεγχόμενο τύπο και τα ΜΜΕ γενικότερα, γίνεται για μιαν ακόμη φορά στην ιστορία, ο εκπρόσωπος ενός οικονομικού-πολιτικού κατεστημένου που αναπαράγει τον εαυτό του, τις συνθήκες του. Η διαχείριση της αισθητικής και η προώθηση της από τους λίγους στους πολλούς προβάλλει βέβαια όχι μόνο την αλήθεια του έργου ή την αλήθεια μας για το τι θεωρούμε έργο αλλά κυρίως το τι θεωρούμε αλήθεια, δηλαδή τις προθέσεις μας το αξιολογικό σύστημα που θέλουμε να χτίσουμε.

 

Όσα προανέφερα αντλούν τις εξειδικεύσεις τους από προεκτάσεις ιστορικών φαινομένων άλλων εποχών. Ωστόσο στην εποχή μας η εμπορευματοποίηση των καλών τεχνών ανάγει κατ, ουσία σε έργο τέχνης τις εκθέσεις του έργου αλλά και τις εμφανίσεις του Pop Star καλλιτέχνη. Αλήθεια δεν υπάρχει στο τι αυτό το έργο δηλώνει αλλά στο ίδιο το δίκτυο της εμφάνισης του. Έτσι εξηγείται και η μονομανία του καλλιτέχνη για την απόκτηση των παρουσιάσεων του, για την σύνταξη του βιογραφικού των εκθέσεων του. Οστόσο επειδή οι χώροι εμφάνισης των έργων τέχνης είναι αυτοί των επιχειρηματιών γκαλεριστών ή ακόμα καλύτερα των μουσείων που τα κατέχουν και διαχειριστικά τα ορίζουν, αληθείς ανάγονται οι κάτοχοι αυτών των χώρων, δηλαδή το ίδιο το δίκτυο διανομής της τέχνης. Αυτό που μετράει είναι το σύμβολο της δύναμης. Η ουσιαστική δήλωση των κέντρων και των παράκεντρων διανομής πολιτιστικών προϊόντων είναι τελικά ο ίδιος έλεγχος του δικτύου διανομής του πνευματικού παιχνιδιού (αυτό αποτελεί το ουσιαστικό μύνημα και αξία της τέχνης σήμερα). Από την πλευρά του ο γκαλερίστας δηλώνει το «δια εμού κατέχεται το σύμβολο της πνευματικής εξουσίας» στο οποίο ο καλλιτέχνης αποτελεί τον εργάτη παραγωγής του. Καλλιτέχνης και έργο αποτελούν το όργανο, το φετίχ, ή αλλιώς το πέος-σκήπτρο που επιδεικνύεται μπροστά από τον όχλο των ανταγωνιστών. Βέβαια η αξία του καλλιτέχνη σε αυτήν την λογική είναι αμφίβολη και πρόσκαιρη. Γρήγορα θα καταναλωθεί στα πλαίσια μιας εναλλασσόμενης μόδας που επιθυμεί και αντανακλά ακριβώς αυτό: το πρόσκαιρο «Μανιεριστικό» παιχνίδι της κατανάλωσης.

 

Οι συνθήκες αυτές, αποστειρωτικά φαινόμενα ενός απερχόμενου κόσμου, ακυρώνονται μέρα με την μέρα. Στην Ελλάδα το φαινόμενο και το πρόβλημα της εικαστικής σκηνής του σήμερα δεν είναι ότι είμαστε πίσω σε σχέση με τα διεθνή πρότυπα. Το πρόβλημα είναι ότι μιμούμαστε ή αποδεχόμαστε κάθε τι εξωγενές, σημαντικό η ασήμαντο, χωρίς κριτικά σχόλια, χωρίς να το αφομοιώνουμε. Ποτέ το εξωγενές δεν εντάσσεται σε έναν ντόπιο προβληματισμό γύρω από το αισθητικό φαινόμενο και τον ορισμό του, ποτέ δεν αναζητούνται ούτε καν οι ορισμοί του, ποτέ δεν γίνεται συζήτηση για τις προϋποθέσεις ή τις συνέπειες του. Και χειρότερα, δεν βλέπουμε τις προσπάθειες της ουσιαστικής καλλιτεχνικής δημιουργίας του εδώ και του τώρα. Το εδώ θεωρείτε εξ’ ορισμού ατελές, όταν ειδικά δεν συνοδεύεται με βιογραφικές αναφορές στις ΗΠΑ, το Λονδίνο, το Βερολίνο. Φαινόμενα υποτέλειας και συμβιβασμού. Συμβιβασμός όχι μόνο λόγω ανασφάλειας αλλά και με γνώμονα το εύκολο, τυποποιημένο σε συσκευασία δώρου και έτοιμο προς πώληση εισαγόμενο καλλιτεχνικό είδος. Είναι πιο εύκολο να αποδέχεσαι και να προωθείς ένα έτοιμο προϊόν παρά να χτίζεις τον προβληματισμό για ένα καινούργιο δικό σου είδος. Η ελληνική βιομηχανία της τέχνης εντάσσεται στα πλαίσια της λειτουργίας του γενικότερου οικονομικού Ελληνικού μοντέλου: δεν είναι παραγωγική. Η Ελληνική πραγματικότητα των γκαλεριστών, πέρα των όποιων αμελητέων εξαιρέσεων, βάζει στο περιθώριο (όπως πάντα) την νέα και σημαντική δυνατότητα της νέας Ελληνικής τέχνης ενώ το κατεστημένο εξακολουθεί να μαϊμουδίζει με  επαρχιώτικο και αφελή θαυμασμό οποιονδήποτε ξένη (όχι εκτός χώρας αλλά εκτός ουσίας) αναφορά καταφάσκοντας στον πολιτιστικό και κατά συνέπεια στον οικονομικό επεκτατισμό των άλλων κέντρων, στο ξεπούλημα του γνώμονα της μη χρηματικής χρησιμότητας, της προσπάθειας ανεύρεσης της ουσίας και της αξίας. Όλα προδίδονται, τέχνη και άνθρωπος, με την συνέργια των πνευματικών μας διαχειριστών –«ανθρώπων της τέχνης»- στο πολιτιστικό γιουρούσι (φαινόμενο όχι μόνο στην Ελλάδα), στην εκμηδένιση κάθε ανθρώπινης πνευματικής δράσης. Μια δράση που δομείται πάνω σε ένστικτα ορμώμενα στην απόκτηση πλούτου και εξουσίας. Εικόνα αποτρόπαια το θάψιμο του ανθρώπου στο όνομα λαμπερών επιτάφιων μνημείων που τον δοξάζουν, ειδικά όταν θα πάρουμε προμήθεια από το μάρμαρο. Και στην εντάφια αχρηστία τοποθετείτε όχι ευλαβικά, όχι εκπληρώνοντας την εντελέχεια του αλλά πρόωρα και με συνοπτικές διαδικασίες το στραγγαλισμένο δυναμικό της σύγχρονης ελληνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας.

 

Η νέα γενιά των ελλήνων καλλιτεχνών δημιουργεί σήμερα δυναμικά την παρουσία της στο διεθνές μέλλον της τέχνης μέσα από την αξιοποίηση των δικών της δυνατοτήτων, πέρα από τα όρια του Ελληνικού μικρόκοσμου. Καθημερινά ο εν εγρηγόρσει  καλλιτεχνικός κόσμος αντιλαμβάνεται την συντέλεια  μια επανάστασης, την φυγή από το αρρωστημένο κύκλωμα, την ανατροπή της προσωπικής μιζέριας και την αδράνεια της αποδοχής. Νέοι κυρίως καλλιτέχνες, άνθρωποι που δεν αφομοιώθηκαν από την φθορά, υλοποιούν και αλλάζουν το παραδοσιακό σκηνικό – ακόμα και της αγοράς- πολύ πριν το παραδοσιακό ντόπιο κατεστημένο κατανοήσει τις νέες αρχές που διέπουν τον κόσμο. Δημιουργούνται καθημερινά σε υπερτοπικό και υπερ–οπτικό επίπεδο νέοι τρόποι επικοινωνίας και δράσης, τρόποι και χώροι αδέσμευτης έκφρασης και δημιουργίας. Η αδέσμευτη αυτή έκφραση συνάδει με τις ίδιες τις αρχές λειτουργίας της τεχνολογίας του διαδυκτίου. Οι Έλληνες καλλιτέχνες (όπως αντίστοιχα οι καλλιτέχνες κάθε κράτους) συμβάλλουν με αναρίθμητους τρόπους προώθησης και επικοινωνίας στην ουσιαστική ανάπτυξη του υποβαθμισμένου Ελληνικού καλλιτεχνικού τοπίου και μέσα από την συμβολή τους στην ανάπτυξη μιας διεθνής κουλτούρας πετυχαίνουν  μια ουσιαστική αισθητική τοπική αναγέννηση. Η αναγέννηση αυτή οργανώνεται από μια ευρύτερη πολιτιστική και οικονομική διεθνή αλλαγή. 0 διεθνής υπερτοπικός καλλιτεχνικός διάλογος,  η συμμετοχή σε νέα ποικίλα διεθνή φεστιβάλ και φόρουμ, η διεθνής συνεργασία είναι στοιχεία ενός ήδη παρόντος κόσμου  που συνεχώς αλλάζει τα δεδομένα. Νέοι δημιουργοί μιλούν και σχεδιάζουν όχι μόνο στο πώς θα γκρεμίσουν (αποδομίσουν) τον κόσμο  αλλά πώς θα να τον μεταμορφώσουν σύμφωνα με τα νέα πρότυπα της επικοινωνίας και της συνεύρεσης.

 

Η νέα αυτή εποχή, βασισμένη στην δια-δικτύου επικοινωνία και τις νέες διαδεδομένες τεχνολογίες, αποτελούν σήμερα τον ουσιαστικότερο οικονομικό και τεχνολογικό μοχλό αλλαγής του καλλιτεχνικού τοπίου, πράγμα που διεθνώς εξελίσσει τα περιεχόμενα κάθε τοπικής κουλτούρας δημιουργώντας ένα πολυεθνικό και πολυσυλλεκτικό πολιτισμό . Το σκηνικό είναι συναφές στα διάφορα πολιτικά και πολιτιστικά κινήματα των ημερών μας. Απέναντι σε αυτά τα δεδομένα είναι κατανοητή μια ευρύτερη  αντίδραση, μια νέα πολιτική και κοινωνική καταπίεση αντίθετη στο κλίμα αναγέννησης του πολιτισμού. Οι τρομονόμοι, ο έλεγχος των επαφών, της επικοινωνίας και των συναλλαγών, είναι ο αντίποδας στις πάμπολλες δυνάμεις που προωθούν και παλεύουν για ένα πιο αισιόδοξο κόσμο χτίζοντας στην πορεία τους τον νέο πολιτισμό.

 

bottom of page